Πέμπτη βράδυ, πέρασα να χαιρετήσω μια φίλη.
Μόλις χώριζε και με δυο παιδιά στην εφηβεία σίγουρα δεν είναι εύκολο.
Το σπίτι συνηθισμένο: κουζίνα, πάσο, καναπέ γωνία, τραπεζάκι IKEA και smart TV πενηντάρα που στέκεται με αλαζονεία μπροστά στο παράθυρο. Θυμήθηκα Magritte και τους εκπληκτικούς πίνακες του: το αντικείμενο απεικονίζει την πραγματικότητα κρύβοντας την αλήθεια από τα μάτια του παρατηρητή.
Τα δυο παιδιά κοιτούσαν με εμμονή μια τηλεοπτική σειρά και γρήγορα ανακάλυψα οτι και εγώ είχα αρχίσει να κολλάω στο πρόγραμμα και να πίνω το κρασί μου με τα μάτια γουρλωμένα.
Δεν ήμουν συνηθισμένος στην τηλεόραση και δυσκολευόμουν να την αντιμετωπίσω. Εκείνες οι γρήγορες, φωτεινές αστραπές ρίσκαραν να με μαγνητίσουν και να με χαζέψουν σαν μικρο παιδί.
Ήταν μια σειρά κοινωνική. Όλα τα κορίτσια ήταν ωραία. Όλα τα σπίτια ήταν ωραία. Όλα τα αγόρια ήταν ωραία και γυμνασμένα, παραήταν όλα ντυμένα λίγο “βλάχικα”, με κατι στενά παντελόνια που κατέληγαν μέσα σε αρβιλομποτάκια που μου θύμιζαν τις οικογενειακές εκδρομές στο δάσος για να μαζεύουμε μανιτάρια. Όλοι είχαν περίεργες δουλειές, μα στην ουσία δεν δούλευε κανείς. Αντίθετα έπιναν καφέδες, έτρωγαν σε “gourmet’ εστιατόρια, πήγαιναν για ποτά, ταξίδευαν καθημερινά μεταξύ Αθήνα – Λονδίνο και πάντα εξέφραζαν απλόχερα τα δυνατά συναισθήματα τους: την αθάνατη φιλία, τον ανεκτίμητο έρωτα, την αδιαπραγμάτευτη οικογενειακή αφοσίωση, το έμφυτο πατρικό ένστικτο, το ασυζήτητο φιλότιμο.
Δηλαδή ένα είδος “πατρίς, θρησκεία, οικογένεια” σε “τρεντιλίκι” έκδοση. Βεβαίως από όλα αυτά τα καλά παιδιά, ο ένας ήταν εφοπλιστής μέσα στην πρέζα και εμπορευόταν όπλα… αλλά έφταιγε η μάνα του, που ήταν πάντα αυστηρή και άστοργη. Ο άλλος ήταν δολοφόνος και μανιακός αλλά πολύ καλό και ηθικό παιδί… και σε αυτή την περίπτωση έφταιγε η μάνα του που ήταν λίγο “ξέκολη” και κακιά. Ο πιο ντόμπρος από όλους ήταν λίγο μεγαλύτερος αλλά γοητευτικός. Είχε παρατήσει την γυναίκα και της είχε απαγάγει το παιδί, τα είχε ξαναβρεί με την πρώην και είχε δεχτεί να συνεργαστεί επαγγελματικά με αυτή που είχε προσπαθήσει να την δολοφονήσει….
…..και σκέφτομαι: τι μπορεί άραγε να περνά από το μυαλό σ’ αυτό το στρουμπουλό κοριτσάκι που χάνεται στον καναπέ μπροστά σε αυτή την “φτωχο-χολλυγουντιανή παπαριά”? Μήπως νοιώθει άχαρη και παχουλή και σκέφτεται: – “Τι αγόρια κυκλοφορούν? Δεν πιάνουν μια μπροστά στους πρωταγωνιστές της σειράς! Και τι να πούμε για το σπίτι? Το τραπεζάκι IKEA μας μάρανε! Και το φαγητό? Αρακά με πατάτες!! Και το πιο τραγικό από όλα ειναι η μαμά μου, κάθε μέρα χτυπάει την κάρτα στο γραφείο και το βράδυ μπροστά στην σιδερώστρα και την τηλεόραση, και δεν ντρέπεται για όλη αυτή την μιζέρια. Ούτε gourmet, ούτε Λονδίνο, ούτε μεγάλα συναισθήματα και έρωτες”.
….και σκέφτομαι το αγοράκι που είναι ακόμα μικρό αλλά ξέρει ότι μόλις θα μεγαλώσει θα αγοράσει και αυτό ένα ζευγάρι αρβιλομποτάκια για να πάει για ποτό!
….και σκέφτομαι το “hollywood” και το μοντέλο που μας εχει περάσει τα τελευταία εκατό χρόνια. Μια διαφημιστική μπούρδα. Μια νοθευμένη προπαγάνδα. Μια ύπουλη πλύση εγκεφάλου με στόχο να μας αποπροσανατολίσει. Από την πρώτη πολυβραβευμένη χολλυγουντιανή υυπερπαραγωγή: “Η γέννηση ενός Έθνους” του David Wark Griffith (1915), ένας ξεκάθαρος ύμνος στο Ku Klux Klan που είχε προβληθεί στο Λευκό Οίκο μπροστά στον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Woodroew Wilson, που στεκόταν όρθιος και χειροκροτούσε, μέχρι το αριστουργηματικό “όσα παίρνει ο άνεμος” του Victor Fleming (1939) που εκφράζει μια γλυκιά και απαρηγόρητη νοσταλγία για τους καλούς καιρούς της σκλαβιάς. Συνεχίζοντας με όλη την εποπτεία του αμερικάνικου western και του John Wayne που ευλογεί την γενοκτονία των ίντιος της Αμερικής… και πάει λέγοντας.
….και σκέφτομαι ότι, εδώ στην Ελλάδα, πάλι η προχειράντζα θα μας σώσει. Εδώ ρισκάρουμε να δούμε τον Σάκη Ρουβά ντυμένο Ράμπο, χαμένο στα δάση της Βιρμανίας, να παραγγέλνει delivery “freddo μέτριο με μαύρη…” Δεν πιάνει!!
Davoli Umberto
Discussion about this post