Γράφει ο Βαγγέλης Χωραφάς, Συντονιστής geoeurope.org
Το Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης έθεσε θέμα νομιμότητας για το ύψους 2,6 τρις QE (ποσοτική χαλάρωση), το οποίο εφαρμόζει η ΕΚΤ από το 2015. Χρειάστηκαν μόνο 48 ώρες στην ΕΚΤ για να απαντήσει στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας, ξεκαθαρίζοντας ότι η γερμανική Δικαιοσύνη δεν είναι η Δικαιοσύνη της Ευρώπης. Και αν ένα Συνταγματικό Δικαστήριο ενός κράτους-μέλους θεωρεί ότι το QE της ΕΚΤ είναι εν μέρει, μη νόμιμο, δεν το εννοεί. Διότι αν το εννοεί, η Φρανκφούρτη δεν πρόκειται να απαντήσει στα γερμανικά δικαστήρια, αλλά στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Πρώτος απάντησε ο πρώην υπουργός Οικονομίας της Ισπανίας και νυν αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουίς ντε Γκίντος, υποστηρίζοντας ότι η ΕΚΤ είναι ένας ευρωπαϊκός θεσμός και ανήκει στην δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Μετά τον ντε Γκίντος, σε μία συντονισμένη προσπάθεια, ακολούθησε η τοποθέτηση της Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία στην τοποθέτηση της χρησιμοποίησε στοχευμένες εκφράσεις οι οποίες είναι ενοχλητικές στην Γερμανία. Η Λαγκάρντ τόνισε ότι η ΕΚΤ είναι ένας ευρωπαϊκός θεσμός, με αρμοδιότητες για την Ευρωζώνη, βρίσκεται κάτω από την δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και είναι υπόλογη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Την θέση των επικεφαλής της ΕΚΤ ακολούθησε και η Κομισιόν, τονίζοντας την ανεξαρτησία της ΕΚΤ και την υπαγωγή της στην δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Είναι προφανές ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μία πολιτική αντιπαράθεση, όχι σε μία οικονομική αντιπαράθεση, αν και από την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας, μπορεί να υπάρξουν οικονομικές επιπτώσεις.
Μία από αυτές τις επιπτώσεις μπορεί να είναι η πίεση στην Bundesbank, η οποία είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος της ΕΚΤ, να σταματήσει την αγορά ομολόγων του QE. Με την σειρά της, η πίεση θα μεταφερθεί στην γερμανική κυβέρνηση και στο γερμανικό κοινοβούλιο που θα πρέπει να κάνουν τα επόμενα βήματα.
Γιατί η Καρλσρούη έστειλε και ένα συγκεκριμένο μήνυμα και στο Βερολίνο. Να σταματήσουν οι επαμφοτερίζουσες πολιτικές της Γερμανίας απέναντι στο ευρώ και αν χρειαστούν νέοι κανόνες στις ευρωπαϊκές συνθήκες για την διάσωσή του, τότε αυτές πρέπει να ξεκινήσουν άμεσα.
Στο μεταξύ, η ΕΚΤ θα έχει στη διάθεση της το απαιτούμενο χρονικό περιθώριο για να απαντήσει στα θέματα που έθιξε η Καρλσρούη, όχι στο δικαστήριο της, αλλά στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
ΤΑ ΕΠΟΜΕΝΑ ΒΗΜΑΤΑ
Στην πραγματικότητα, οι επόμενες κινήσεις αφορούν την σύγκρουση δύο διαφορετικών πολιτικών λογικών. Από την μία θα υπάρχει η λογική της προάσπισης των κεκτημένων της ΕΕ και από την άλλη, η λογική της προάσπισης των συμφερόντων ενός κράτους-μέλους και μάλιστα, ιδιαίτερα ισχυρού, όπως είναι η Γερμανία. Η σειρά των επόμενων κινήσεων, αναμένεται να είναι η ακόλουθη.
25-29 Μαΐου. Συνεδριάσεις της Bundestag. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γερμανίας και η Bundestag θα πρέπει να αποφασίσουν για το αν θα εκπληρώσουν την υποχρέωση που προκύπτει από την Οδηγία 9 της απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας και θα ζητήσουν από την ΕΚΤ να παρέχει μία γραπτή εξήγηση, για το θέμα της αναλογικότητας στις αγορές ομολόγων που έχει κάνει, με βάση το πρόγραμμα PSPP.
3 Ιουνίου 2020. Οι γερμανικές αρχές καταθέτουν στην ΕΚΤ το σχετικό αίτημα.
4-25 Ιουνίου 2020. Συνεδριάσεις του ΔΣ της ΕΚΤ. Αποφασίζεται η απόρριψη των αιτημάτων της Γερμανίας και προάσπιση της αυτονομίας της τράπεζας.
5 Αυγούστου 2020. Λήγει η προθεσμία που έδωσε το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας για να υποβάλλει ανάλυση της αναλογικότητας για το πρόγραμμα PSPP. Η ΕΚΤ δεν υποβάλλει καμία ανάλυση, σύμφωνα με την θέση της ότι αυτό μπορεί να το κάνει μόνο στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Αν μέχρι το σημείο αυτό, δεν έχει γίνει καμία πολιτική παρέμβαση συμβιβασμού, τα πράγματα θα προχωρήσουν σε μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, χωρίς να μπορεί να προσδιοριστούν συγκεκριμένες ημερομηνίας.
Αύγουστος 2020. Η Bundesbank θα πρέπει να αποχωρήσει από την εφαρμογή του προγράμματος PSPP.
Αύγουστος 2020. Η Κομισιόν πρέπει να εκδώσει απόφαση με την οποία θα καλεί την Γερμανία να αποδεχθεί την προτεραιότητα του κοινοτικού Δικαίου, έναντι του εθνικού, καθώς επίσης και να ζητάει από την Bundesbank να επιστρέψει στην εφαρμογή του προγράμματος PSPP.
Αυτό είναι το δεύτερο σημείο στο οποίο θα πρέπει να λειτουργήσουν οι βαλβίδες ασφαλείας και να βρεθεί μία, έστω προσωρινή λύση. Σε περίπτωση που δεν εκτονωθεί η κρίση περνάμε σε επόμενο στάδιο. Αυτό το επόμενο στάδιο θα καθοριστεί από δύο αποφάσεις. Η πρώτη που αφορά την ΕΚΤ, σχετίζεται με το αν η τράπεζα θα αναλάβει να καλύψει η ίδια το μερίδιο της Bundesbank στο πρόγραμμα PSPP. Εκτιμάται ότι η ΕΚΤ έχει την δυνατότητα να κάνει αυτή την κίνηση.
Η δεύτερη απόφαση, αφορά την γερμανική κυβέρνηση. Το πώς θα αξιολογήσει τις κινήσεις της ΕΚΤ και κατά πόσο θα μπορέσει να ξεπεράσει-αν το επιθυμεί-τις δεσμεύσεις που της επιβάλλει το Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης. Αν η γερμανική κυβέρνηση δεν μπορέσει να υπερβεί τους περιορισμούς, τότε περνάμε στην επόμενη φάση.
Σεπτέμβριος 2020. Η Κομισιόν δεν μπορεί να αφήσει μία εκκρεμότητα τέτοιου μεγέθους να αιωρείται και πρέπει να παραπέμψει την Γερμανία στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Νοέμβριος 2020. Αρχίζει η δίκη «Κομισιόν vs Γερμανία».
Από εδώ και πέρα, οι εξελίξεις μπορεί να είναι απρόβλεπτες. Είναι αναμενόμενο, ότι σε μία τέτοια δίκη, η Γερμανία έχει ελάχιστες πιθανότητες να κερδίσει. Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, αναμένεται προς το τέλος της άνοιξης του 2021.
Αν η Γερμανία καταδικαστεί, που είναι και το πιθανότερο, τότε θα της επιβληθεί χρηματικό πρόστιμο το οποίο θα πρέπει να πληρώσει και αυτό είναι κάτι που το Βερολίνο θα μπορέσει να το κάνει.
Ωστόσο, οι εθνικιστικοί κύκλοι που έφεραν το θέμα του QE της ΕΚΤ στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας, μπορούν να προσβάλλουν-και αναμένεται ότι θα το κάνουν για τους δικούς τους πολιτικούς λόγους- την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας.
Η απόφαση του τελευταίου-που μπορεί από τώρα να προεξοφληθεί- θα οδηγήσει σε εμβάθυνση της κρίσης, η οποία μπορεί να καταστεί, μη διαχειρίσιμη. Στην πραγματικότητα, θα έχουμε μία επανάληψη της διαδικασίας που ξεκίνησε το 2020, μόνο που το θέμα δεν θα είναι μόνο το πρόγραμμα PSPP-το οποίο λήγει το 2022-αλλά και η στάση που θα κρατήσει η γερμανική κυβέρνηση απέναντι στην ΕΕ και στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
ΜΕΧΡΙ ΠΟΥ ΘΑ ΦΤΑΣΟΥΝ ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ;
Η ΕΕ αποτελεί ένα σύνολο θεσμών το οποίο λειτουργεί κάτω από συγκεκριμένες λογικές. Η ΕΕ προωθεί τις διακυβερνητικές διαπραγματεύσεις και τη «συναινετική» πολιτική αφενός για λόγους αρχής, αφετέρου γιατί οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι πολίτες περιμένουν από την ΕΕ να λειτουργήσει με αυτόν τον τρόπο.
Ο τρόπος λήψης αποφάσεων στην ΕΕ παράγει διακριτά αποτελέσματα, που επηρεάζουν τις εθνικές ταυτότητες και ιδέες , κυρίως αν αυτές οι αποφάσεις σχετίζονται με την ίδια την ύπαρξη της Ένωσης. Πρόκειται για διαδικασίες διαμόρφωσης συλλογικής μνήμης βασισμένες σε συμβολισμούς και μύθους που σχετίζονται με το τι η Ευρώπη πρέπει να κάνει στον κόσμο.
Μπορούμε ακόμα να παρατηρήσουμε ότι οι τρόποι λήψης αποφάσεων στην ΕΕ μέσα από συλλογικές διαπραγματεύσεις, συμβιβασμούς και συναίνεση επηρεάζουν και τους αντίστοιχους τρόπους σε εθνικό επίπεδο. Οι ευρωπαϊκές «μετα-εθνικές» δημοκρατίες, δίνουν ιδιαίτερη σημασία στην ιδεολογία της συναίνεσης και του διαλόγου.
Όλα τα προηγούμενα σημαίνουν ότι, τα πράγματα δεν θα αφεθούν να οδηγηθούν στα άκρα, ιδίως επειδή αφορούν την Γερμανία. Υπάρχουν ενδιάμεσες βαλβίδες που μπορούν να εκτονώσουν την κρίση.
Το γεγονός ωστόσο, ότι όλα αυτά θα γίνουν μέσα στο γενικότερο πλαίσιο που επιβάλλει η πανδημία, δηλαδή μέσα σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, δεν δημιουργεί την βεβαιότητα ότι θα εξελιχθούν με τους τρόπους που θα εξελίσσονταν στο παρελθόν.