Από τον ποιητή, θεατρολόγο και κριτικό Κωνσταντίνο Μπούρα
Παράσταση που θα παίζεται για χρόνια και χρόνια στο ΘΕΑΤΡΟ ΑΛΚΜΗΝΗ που φιλοξενεί μόνον επιτυχίες. Αρμονικότερη διανομή δεν θα γινότανε στα ελληνικά θεατρικά μας πράγματα. Ήταν όλοι τους ένας κι ένας. Παρ’ όλο που συνήθως δεν ξεχωρίζω κανέναν στις καλοστημένες και καλοζυγιασμένες δουλειές συνόλου θα πρέπει να εξάρω τον πολύπειρο δραματικό ηθοποιό καρατερίστα Ζαχαρία Ρόχα γιατί με τις λεπτές διακυμάνσεις της μιμικής του προσώπου αλλά και με όλη την παντομιμική έκφραση του σώματός του σχολίασε το κείμενο κι έδωσε άλλα επίπεδα της ερμηνευτικής πρόσληψής του από το κοινό που απολαμβάνει πάντα μία εκλεπτυσμένη εκδοχή της απενοχοποίησης της σαρκικής επιθυμίας. Αν το κείμενο δεν διακρινόταν για την δραματική του οικονομία κι αν σκηνοθέτες κι εκτελεστές δεν συμμεριζόταν μια μάλλον στυλιζαρισμένη απόδοση του πολυπαιγμένου αυτού έργου θα είχαμε ίσως ένα κατώτερο αποτέλεσμα.
Οπωσδήποτε θα μπορούσε να παρασταθεί περισσότερο ρεαλιστικά, ακόμα και με αχνιστά πιάτα επί σκηνής, θα έχανε όμως το φιλοσοφικό του υπόβαθρο και την ακριβή του αισθητική. Ούτως ή άλλως θα ήθελα να το και έτσι. Λιγότερο ευρωπαϊκά, περισσότερο μεσογειακά, με μεγαλύτερη εξωστρέφεια και κινησιολογικό κώδικα περισσότερο αυθόρμητο. Εδώ τα πράγματα ήταν κάπως στημένα. Γοργός ρυθμός που παραπέμπει σε κινηματογραφικές σκηνές, εξεζητημένη αφαιρετικότητα, μαθηματική πλοκή, γεωμετρημένη δομή κι όλα στη θέση τους όπως στα ελβετικά ρολόγια του παλιού καλού καιρού. Ο υφέρπων μισογυνισμός όμως κι η άτεγκτη «γυναίκα-αράχνη» όπως τουλάχιστον ερμηνεύτηκε από την Μαργαρίτα Πανουσοπούλου εμπόδιζαν τον επαρκή θεατή να ταυτισθεί με τα επί σκηνής δρώμενα κι έτσι χανόταν ένα μεγάλο πλεονέκτημα που παρέχει αφειδώς αυτό το κείμενο.
Αυτή, φυσικά, είναι μια αισθητική επιλογή απολύτως νόμιμη όμως δεν βρισκόμαστε στον κρύο Βορρά μήτε στο συννεφιασμένο Παρίσι ούτε καν στο βροχερό Λονδίνο (εκτός εάν η κλιματική αλλαγή μας επιφυλάσσει κι άλλες, εντονότερες εκπλήξεις). Μέχρι τότε θα ήθελα και θα περίμενα περισσότερο Αριστοφάνη, Μένανδρο έστω ή – και γιατί όχι – μία ουγκιά Καραγκιόζη σε αυτό το …νόστιμο θέαμα. Βεβαίως, οι αστικές καταγωγής του θεάτρου μας όταν περιορίζεται από τρεις τοίχους κι ο θεατής κοιτάει μέσα από την κλειδαρότρυπα δεν επιτρέπουν πολλές παρεκβάσεις και παραβάσεις. Όμως κάτι έλειπε από την συγκεκριμένη παράσταση. Το αλατοπίπερο; Κερδίσαμε σε καλοχωνεμένα νοήματα, απολαύσαμε το θεατρικό παιχνίδι της γάτας με τους τρεις ποντικούς, ο Κωνσταντίνος Τζούμας ήταν έξοχος (και ο Άγγελος Παπαδημητρίου θα ήταν καλός σε αυτόν τον ρόλο), ο γραμμωμένος Άρης Παπαδημητρίου προσέδωσε κάτι από το ερωτικόν σφρίγος που υπονοείται και υποθάλπεται, όμως και πάλι κάτι παρέμενε σχηματικό, μη πειστικό, επίπεδο, μονότονο κι αναμενόμενο. Πριν πάω να δω μια παράσταση δεν διαβάζω τίποτα σχετικό.
Δεν ανατρέχω στο κείμενο, δεν θέλω να θυμάμαι μήτε το όνομα του συγγραφέα, αν είναι δυνατόν! Κι αυτό γιατί μπαίνω στη θέση του μέσου αναγνώστη που δεν θα έχει δει όλα δέκα φορές και δεν βλέπει μία τουλάχιστον παράσταση κάθε βράδυ. Από αυτή την άποψη λοιπόν θα συνιστούσα αυτή την παράσταση και προβλέπω ότι θα παίζεται για μία τουλάχιστον δεκαετία!!! Και βάλε…
Κωνσταντίνος Μπούρας
info: