Αγγλοσαξονικό κρυφτούλι μεταξύ φόβου κι ενοχής, τρόμου κι απωθημένης επιθυμίας, πόθου και πόνου, Έρωτα και Θανάτου εν τέλει. “Ο φόβος απέναντι στην Ελευθερία” του Έριχ Φρομ υλοποιείται αριστουργηματικά από τον Ντέιβιντ Μάμετ σε αυτό το έργο. Ο καταπιεσμένος μικροαστός σύζυγος (ακριβώς όπως στην μεταγενέστερη αριστουργηματική ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ “Eyes wide shut”) βγαίνει από την ασφάλεια της φωλίτσας του, από τον μικρόκοσμο των καλοχωνεμένων συμβάσεών του και πέφτει στα βαθιά νερά, στα σκοτεινά, στα μαύρα, εκεί που κολυμπούν αποτρόπαια τέρατα, οι Λαιστρυγόνες και οι Κύκλωπες όλης της οικουμένης.
Ο λεγόμενος “κόσμος της νύχτας”, οι “παράνομοι”, οι “περιθωριακοί” ασκούν ένα θέλγητρο στους βολεμένους. Όλη η δευτεροκλασάτη λογοτεχνική, θεατρική, κινηματογραφική, τηλεοπτική και διαδικτυακή βιομηχανία στρέφεται συνειδητά κι οργανωμένη στην ανώδυνη υλοποίηση αυτών των τρόμων με καθαρά ομοιοπαθητικούς αλλά και εισπρακτικούς στόχους.
Το κατά πόσον βέβαια ψυχοθεραπεύεται κάποιος που βλέπει τον κινηματογραφικό κανίβαλο της “Σιωπής των αμνών” να τρώει (υποτίθεται) ωμό το συκώτι του φρουρού του είναι ένα ερώτημα που πρέπει να ερευνηθεί στο μέλλον και σε βάθος Χρόνου. Σε μια απομακρυσμένη πολίχνη της Αμερικής δύο γηραιοί σύζυγοι λέγεται πως αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν την κινηματογραφική αίθουσα μετά την θέαση αυτού του αποτρόπαιου αλλά άκρως ρεαλιστικού και μάλλον αληθοφανούς έργου της Εβδόμης Τέχνης.
Στο ιστορικό Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης μερικοί θεατές (ευτυχώς λίγοι) φεύγουν απηυδισμένοι γιατί αδυνατούν – προφανώς – να μεταβολίσουν τα επί σκηνής τεκταινόμενα με συμβολικό τρόπο. Ξέρετε, η αποκωδικοποίηση ενός πολυσήμαντου σκηνικού δραματικού έργου δεν είναι εύκολη δουλειά. Προϋποθέτει τη συνδημιουργική συμμετοχή του θεατή. Τον αναγκάζει να συμπονεί, να συμμετέχει, να οξύνει την ενσυναίσθηση αλλά και την κριτική του ικανότητα, να αξιοποιεί την υψηλή αρετή της διάκρισης προκειμένου να μην τα βάζει όλα μέσα του, να μην τα παίρνει προσωπικά και να “αφαιρείται” εξαιρώντας το εγώ του προκειμένου να αντιληφθεί την κοινωνική διάσταση των επί σκηνής δρωμένων. Αλλιώς είναι πρωτόγονος.
Όπως σε παράσταση του θεάτρου σκιών μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους το 1821 ένας αρειμάνιος οπλοφόρος πυροβόλησε την φιγούρα του Πασά με κίνδυνο να σκοτώσει τον Καραγκιοζοπαίχτη αδυνατώντας να κατανοήσει πως αυτό που βλέπει είναι σύμβαση κι όχι αντικειμενική, αδήριτη πραγματικότητα. Κατανοώ φυσικά πως ένα θέαμα μπορεί να προσβάλλει τις αισθητικές, θρησκευτικές, ιδεολογικές, πολιτικές, ερωτικές πεποιθήσεις ενός θεατή, όμως σε αυτή την περίπτωση διαβάζει τα Δελτία Τύπου, βλέπει τα τρέιλερ και δεν πηγαίνει γυρεύοντας να δει εκείνο που ενδεχομένως τον ενοχλεί. Εκτός αν θέλει κι αυτός – σαν τον πρωταγωνιστή ΈΝΤΜΟΝΤ – να αντιμετωπίσει τους φόβους του και να παραδοθεί στους τρόμους του από πλήξη και ανία, έστω.
Μεγάλο επίτευγμα αυτό του Μάμετ να δημιουργήσει αν όχι ένα “αθάνατο” έργο, αλλά μια αφορμή για σκηνικές υλοποιήσεις που ενεργοποιούν, ερεθίζουν κι αναταράσσουν το βαθύ υποσυνείδητο θεατή και ηθοποιών. Κι αυτό το λέγω γιατί διέκρινα με το ασκημένο κριτικό μου μάτι πως οι περισσότεροι ηθοποιοί, υπό την αριστοτεχνική καθοδήγηση της Μαριάννας Κάλμπαρη πήγαιναν αντίθετα από το περίφημο “Παράδοξο του Ντιντερό” δίνοντας μεγάλο μέρος από τον ψυχισμό τους και το καλά κρυμμένο υλικό των προσλαμβανουσών εμπειριών και εικόνων τους κατευθείαν στον ευαίσθητο αμφιβληστροειδή του επαρκούς θεατή με αποτέλεσμα το πρωτογενές κείμενο να παίρνει άλλες διαστάσεις, εξωστρεφείς, εξπρεσσιονιστικές κι ιμπρεσσιονιστικές ταυτόχρονα, να γίνεται αυτό που εγώ αποκαλώ “μεσογειακής εκτονωτικότητας θέαμα”. Ηφαιστειακή έκρηξη ερωτικής ενέργειας κουνταλίνι, θα μπορούσε να είναι ο υπότιτλος ή η κεντρική ιδέα αυτής της παράστασης, που δεν μπορεί να αγνοηθεί, δεν περνάει απαρατήρητη και προκαλεί πολυποίκιλες αντιδράσεις (σχεδόν τόσες όσοι κι οι θεατές).
Παράσταση για γερά νεύρα και στομάχια, για ισορροπημένα μυαλά και ψυχισμούς που έχουν κατακτήσει την αυτογνωσία αναζητώντας την αυτοβελτίωση. Άνθρωποι χωρίς εγγενές κι επίκτητο χιούμορ, δίχως καλή φιλάνθρωπη διάθεση, καλόν είναι να πάνε …αλλού, σε περισσότερο ελαφρά κι εύπεπτα θεάματα. Η αληθής ψυχ-αγωγία δεν είναι απλώς δια-σκέδασις εννοιών, εγνοιών και σκοτουρών…
Η Μαριάννα Κάλμπαρη μεγαλουργεί και ως διευθύντρια του παραδοσιακού πλέον Θεάτρου Τέχνης αλλά και ως γνήσια διάδοχος του ιδρυτή του και μεγίστου διεθνώς σκηνοθέτου Καρόλου Κουν.