Ο Δημήτρης Μητσοτάκης, χρόνια τώρα, συνεχίζει ακάθεκτος να δημιουργεί. Γράφει στίχους, συνθέτει, αλλά για όποιον δεν το γνωρίζει, είναι και συγγραφέας! Ψάχνεται, δοκιμάζει, τοποθετείται, δεν επαναπαύεται και δε μασάει τα λόγια του.
Με τους «Ενδελέχεια» μας έχει χαρίσει κάποια από τα ομορφότερα τραγούδια της ελληνικής ροκ σκηνής, διαμαντάκια που λάμπουν ακόμη. Με τους «Ευδαίμονες» πέρασε σε μία πιο εσωτερική συνθήκη με ιδιαίτερες δυναμικές – εγώ θα την περιέγραφα σαν θάλασσα που ημερεύει και αγριεύει από τη μια στιγμή στην άλλη.
Το Σάββατο 16 Απριλίου θα εμφανιστεί για ακόμη μία φορά στη σκηνή του «ΚΥΤΤΑΡΟΥ» όπου θα παρουσιάσει ένα πρόγραμμα βασισμένο στα 30 χρόνια της δημιουργικής του πορείας. Με αφορμή αυτό το live, απαντάει στις ερωτήσεις μας.
Δημήτρης Μητσοτάκης, λοιπόν. Έχεις σκεφτεί να το κάνεις Μήτσος τελικά;
Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι εύκολο να έχει το ίδιο επώνυμο με αλαζόνες -παλιότερα και αποστάτες- πολιτικούς που βρέθηκαν στην εξουσία και εφαρμόζουν σκληρές, αντιλαϊκές πολιτικές. Σχεδόν καθημερινά με ρωτούν αν είμαστε συγγενείς ή αν σκέφτομαι να το αλλάξω. Όμως, το επίθετό μου το κληρονόμησα από τον πατέρα μου Λευτέρη –που χάθηκε νωρίς, πριν κλείσει τα 40– και με αυτό τον μνημονεύω. Όταν κάτι το αγαπάς δεν το πετάς άμα σκονιστεί, κοιτάς να το καθαρίσεις. Ας το αλλάξουν οι άλλοι…
Τι νοσταλγείς μουσικά από τις περασμένες δεκαετίες;
Κάθε εποχή έχει τα δικά της διαμάντια αλλά και τα δικά της σκουπίδια. Με το πέρασμα του χρόνου τα σκουπίδια ξεχνιούνται και μένουν τα τραγούδια εκείνα που είναι διαχρονικά και κάποια στιγμή γίνονται κλασικά, έτσι οι παλιές δεκαετίες ωραιοποιούνται και οι παλιότεροι τις αναπολούν έμπλεοι όμορφων αναμνήσεων και έχοντας απωθήσει τις άσχημες. Αγαπώ όλα τα αυθεντικά λαϊκά είδη, με απωθεί η κλάψα, η γκλαμουριά και η πλαστικίλα στον ήχο. Ίσως η λιγότερο αγαπημένη μου δεκαετία, καλλιτεχνικά, να είναι η δεκαετία του ’80.
Ποια ήτανε τα πρώτα στιχάκια που έγραψες και πότε;
Γράφω από παιδί. Δεν θυμάμαι ποιος ήταν ο πρώτος μου στίχος, πάντως έχω χειρόγραφα από τότε που ήμουν 9-10 ετών. Το πρώτο μου τραγούδι, επίσημα, είναι το «87 ΣΤ’» που ανοίγει και τον πρώτο δίσκο των Ενδελέχεια, το 1994, και είναι γραμμένο καμιά δεκαριά χρόνια πριν την κυκλοφορία του.
Έχω την εντύπωση ότι παλαιότερα η μουσική είχε μία παραπάνω δύναμη σχετικά με την αλλαγή του κόσμου. Ήταν περισσότερο μπλεγμένη μέσα στα κινηματικά πεδία, για να το θέσω καλύτερα. Τι έχει απογίνει αυτή η μουσική;
Η τέχνη δεν είναι ξεκομμένη από την εποχή της. Την εποχή του πολέμου στο Βιετνάμ ακούγονταν σε όλη την Αμερική και την Ευρώπη αντιπολεμικά τραγούδια, στην Ελλάδα κατά την μεταπολίτευση γιγαντώθηκε το λεγόμενο πολιτικό τραγούδι που τόσα χρόνια ήταν στην παρανομία. Σήμερα οι καλλιτέχνες μιλούν κυρίως σε υπόγεια ρεύματα καθώς οι εποχές έχουν αλλάξει. Σήμερα το τραγούδι -και δη το πολιτικό- δεν έρχεται σε σένα γιατί ο έλεγχος των μέσων είναι απόλυτος, εσύ πρέπει να το ανακαλύψεις.
Στα χρόνια του διαδικτύου και της εύκολης πρόσβασης στην τεχνολογία η μουσική βλέπεις να έχει γίνει πιο μοναχικό «άθλημα» τόσο στην παραγωγή όσο και στην κατανάλωσή της;
Στην παραγωγή σίγουρα. Ωστόσο υπάρχουν μουσικές ομάδες που λειτουργούν σαν εξαίρεση στην νέα τάση. Στην «κατανάλωση» ευτυχώς υπάρχουν οι συναυλίες όπου ακόμα διατηρούν τον μαζικό τους χαρακτήρα αν και η πανδημία τους έριξε ισχυρό χαστούκι.
Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από την ανάρτηση του γιου του πρωθυπουργού για τη «Συναυλία ειρήνης» στα Προπύλαια. Τελικά πόσο επικίνδυνη είναι η εξουσία και η αμετροέπειά της;
Όταν συνοδεύεται με αλαζονεία, με πλήρη έλεγχο των μέσων, με στρατιές εξουσιοδοτημένων λασπολόγων σε κάθε αντίθετη φωνή, με υποταγή στα συμφέροντα της ολιγαρχίας και παντελή αδιαφορία για το δράμα των οικονομικά εξαθλιωμένων η εξουσία δεν είναι απλά επικίνδυνη είναι ένα σκληρό και ανάλγητο καθεστώς.
Διδάσκεις πάρα πολλά χρόνια μουσική στο ΚΕΘΕΑ. Σου έχει δώσει όλη αυτή η εμπειρία κάποιο μάθημα ζωής – που λέμε;
Όλοι μας θα έπρεπε να περάσουμε, αν ήταν δυνατό, κάποια στιγμή από κάποια θεραπευτική Κοινότητα. Οι τοξικοεξαρτημένοι είναι υπερευαίσθητοι άνθρωποι που δεν άντεξαν, όσοι “αντέχουν” δεν σημαίνει ότι έχουν τον πλήρη έλεγχο ή ότι συμπεριφέρονται με τον σωστό τρόπο. Πολλοί «υγιείς» γονείς έχουν μεγαλύτερη ανάγκη για θεραπεία από τα θεραπευόμενα παιδιά τους.
Νέοι μουσικοί/τραγουδιστές/τραγουδοποιοί. Τι τους λες;
Να μην ακούν κανένα παρά μόνο να ακολουθούν τα όνειρά τους.
Έχεις γράψει και βιβλία. Τι σε ώθησε να περάσεις από τους στίχους στην μακροσκελή αφήγηση ιστοριών;
Για την ακρίβεια, όπου να ’ναι θα κυκλοφορήσει το πέμπτο μου βιβλίο, μια συλλογή διηγημάτων με τίτλο «Ο καιρός άλλαζε», από τις εκδόσεις Κέδρος. Με οδήγησε η ανάγκη για συγγραφή μεγαλύτερων κειμένων από την περιορισμένη έκταση ενός στίχου ή ενός ποιήματος, σε μία φάση της ζωής μου που ένιωσα έτοιμος να εξομολογηθώ.
Τι σε γοητεύει στην Αθήνα και τι αποστρέφεσαι;
Είμαι θιασώτης του κέντρου της Αθήνας. Αυτή η κακοπαθημένη, από τους πολιτικούς της αντιπαροχής και τους «παιχνιδιάρηδες» δημάρχους, πόλη έχει αξεπέραστη γοητεία και κρυμμένες ομορφιές. Δεν αντέχω το ατελείωτο και καυτό καλοκαίρι στην αρχαία πόλη που μετατράπηκε σε ένα σύγχρονο τσιμεντένιο καμίνι. Θα ήθελα τους τρεις καλοκαιρινούς μήνες να βρίσκομαι σε κάποια εξοχή.
Πώς νιώθεις που θα εμφανιστείς ξανά στην ιστορική αυτή σκηνή του «ΚΥΤΤΑΡΟΥ»;
Συχνά εμφανίζομαι στην αγαπημένη μουσική σκηνή τα τελευταία χρόνια, αλλά πρώτη φορά θα παρουσιάσω το συγκεκριμένο πρόγραμμα και μάλιστα με την σύμπραξη αγαπημένων φίλων και συνεργατών όπως ο Γρηγόρης Κλούμης (Υπόγεια Ρεύματα), η Σαββέρια Μαργιολά, ο Καίσαρας Κίκης και η Αυγερινή Γάτση. Με όλους έχουμε κάνει μαζί τραγούδια που θα ακουστούν για πρώτη φορά ζωντανά, με την συμμετοχή των εν λόγω φίλων, σε συναυλία μου. Φυσικά θα παίξω και παλιότερα γνωστά τραγούδια από την εποχή των «Ενδελέχεια» και κάποιες αγαπημένες διασκευές. Παρόλο το άγχος της προετοιμασίας είμαι πολύ χαρούμενος και ανυπομονώ να έρθει η συγκεκριμένη βραδιά.
Περισσότερες πληροφορίες για το live του Δημήτρη Μητσοτάκη στο «ΚΥΤΤΑΡΟ» θα βρείτε ΕΔΩ