ΤΑΞΊΔΙ. Αυτό το διηνεκές παραμύθι, ο απραγματοποίητος στόχος, που κάθε τόσο πραγματοποιούμε, αλλά δεν τελειώνει ποτέ η επιθυμία μας γι’ αυτό. Που, όντας παιδιά, μέσα από την αφηγηματική αναπαράσταση περιηγήσεων, μας έδινε τη δυνατότητα να νιώθουμε μεγάλοι, ενώ τώρα μας δίνει πρόσκαιρα τη δυνατότητα να ζούμε με την απαίτηση ελευθερίας, την ασυμβατότητα και το ξάφνιασμα ενός παιδιού.
ΤΑΞΊΔΙ ο ίδιος ο άνθρωπος, το κορμί του και το μυαλό του, στον χώρο και στον χρόνο, στην ιστορία. Άνθρωπος χωρίς ταξίδι, δεν νοείται. Ακόμα κι αν –για οποιοδήποτε λόγο– μείνει «ακίνητος» στον οικείο χώρο και στην κληρονομημένη νοοτροπία, θα ‘ρθει ο Άλλος, φέρνοντας τη δική του αλήθεια για σύγκριση, έξοδο από το τέλμα, σύνθεση, ανατροπή.
ΤΑΞΊΔΙ ίσον πρόοδος. Και η πρόοδος, ως ανάγκη νέας επικοινωνίας και ως τεχνολογική και οικονομική δυνατότητα, ξαναφέρνει το ταξίδι, καθιστώντας το κάθε φορά και πιο εύκολο. Ο κόσμος γίνεται ενιαίος, πέφτουν μια-μια οι παρωπίδες, μειώνονται τα κενά της γνώσης, ο πολιτισμός γίνεται συνθετότερος, τα «βουνά» που χώριζαν λαούς παύουν να υπάρχουν. Ο άνθρωπος, όταν ανοίγει τους λογαριασμούς του με το διάστημα, καλείται να κλείσει τους λογαριασμούς του με τους άλλους ανθρώπους.
ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΘΈΝΑ έχει και μια διαφορετική χροιά. Άλλο είναι το ταξίδι για τον πλούσιο και άλλο για τον φτωχό, άλλο για τον βιομηχανοποιημένο τουρίστα και άλλο για τον νεαρό με το σακίδιο στους ώμους, άλλο για τον μορφωμένο και άλλο για τον αμόρφωτο, άλλο για τον υπάλληλο, που περιμένει πώς και πώς την άδειά του και άλλο για τον δημοσιογράφο, τον πιλότο, τον ναυτικό. Άλλο για ‘κείνον που διψάει για γνώση ή συγκίνηση και άλλο για ‘κείνον που ενδιαφέρεται για καλές αγορές.
΄ΆΛΛΟΣ το χρησιμοποιεί σαν φακό κριτικής σε σχέση με τη χώρα του και τον εαυτό του και άλλος απορρίπτει απριόρι καθετί «ξένο». Άλλο είναι το ταξίδι για τον απροκατάληπτο και άλλο για τον προκατειλημμένο. Δεν δίνει τίποτα σε όποιον ξεκινάει με ένα βαρύ συγκινησιακό φορτίο, ενώ μπορεί να δώσει πολλά σ’ όποιον αφήνει έξω από τις βαλίτσες του τις συνήθειες και τις συμβατικότητες της καθημερινής ζωής.
ΤΑΞΊΔΙΑ, κοντινά ή μακρινά, σε παλιά και καινούργια φανερώματα άγνωστων σε μας κόσμων. Ευκαιρία για κάποιους να αγγίξουν τη φύση, με όλες –αν είναι δυνατόν– τις αισθήσεις και χωρίς τη μεσολαβητική
παρουσία αιώνων πολιτισμού. Ταξιδευτές. Στρατηλάτες και ιεραπόστολοι, εξερευνητές και έμποροι, πειρατές και δούλοι και, πρώτ’ απ’ όλα, μυριάδες ξυπόλητοι και πεινασμένοι με το όραμα μιας εύφορης γης. Στρατιές ταξιδιωτών, από όπου ξεπήδησαν αυτοί που γνώρισαν τους νέους κοινωνικούς και φυσικούς κόσμους, αλλά και τους λαούς μεταξύ τους: Φολκλοριστές, φυσιοδίφες, ιστοριοδίφες, βιογράφοι και χρονικογράφοι, εθνογράφοι και ανθρωπολόγοι.
Όλοι αυτοί που, περιγράφοντας, περιγράφονταν και οι ίδιοι, που πάντρευαν τη λογοτεχνία με το δοκίμιο, που άφηναν στα γεωγραφικά μήκη και πλάτη ονόματα «νέων» εδαφών, προδίνοντας και τα ανεκτίμητα λάθη τους, χάρη στα οποία ανακαλύφθηκαν τόσα και τόσα μέρη. Και όχι μόνο άτομα, αλλά και λαοί ολόκληροι ταξιδιώτες. Λαοί νομάδες και λαοί μέσα σε στολές και ιδεολογίες, στη χειρότερη μορφή ταξιδιού, τον πόλεμο.
ΟΙ ΙΔΙΌΤΗΤΕΣ του ταξιδιού: Κίνηση. Κατάκτηση. Διαρκής ανανέωση. Πνεύμα, ψυχολογία της αναχώρησης, της περιπέτειας αλλά και της επιστροφής. Ανακάλυψη, εντοπισμός θετικών ιδιοτήτων σε πράγματα καθημερινά, γνωστά, παραμελημένα ή υποτιμημένα από αυτούς που τα ζουν, που τα προσπερνούν ή τα έχουν βαρεθεί.
Η ΕΥΚΑΙΡΊΑ να τα αφήσεις όλα πίσω. Να φύγεις από το δικό σου επαναλαμβανόμενο μικρόκοσμο της ιδιωτικής αλλά και της γενικότερης κοινωνικής σου ζωής, με τη στατικότητά της, και να ζήσεις σε μιαν άλλη μικροκοινωνία –ενός πλοίου, ενός τραίνου, ενός ταξιδιωτικού πούλμαν– που την συγκροτούν άτομα που όλα, λίγο-πολύ, έχουν αφήσει πάρα πολλά στο σημείο αναχώρησης.
ΤΟ ΤΑΞΊΔΙ σού επιτρέπει να κάνεις τους γνωστούς άγνωστους και τους άγνωστους γνωστούς. Και να μείνεις, αν θέλεις, μόνος σου εντελώς σε ξένες πόλεις, καφενεία, δρόμους. Μόνος σου αλλά όχι αποξενωμένος.
ΤΟ ΤΑΞΊΔΙ είναι το τοπίο, το κλίμα, αλλά –κατά κύριο λόγο– είναι οι άνθρωποι της χώρας που επισκεπτόμαστε, η ιστορία τους, η γενική και η ατομική. Πιο πολύ από τα μουσεία και τα μνημεία, πιο πολύ από τον τελειωμένο, αποσταγμένο –εν τούτοις εν κινήσει– πολιτισμό τους, είναι αυτοί οι ίδιοι, οι κουβέντες τους, οι κινήσεις τους, οι πράξεις τους. Παρατήρησε αυτά που ο ντόπιος δεν ξέρει ή τα ξέρει μπερδεμένα μαζί με πολλά άλλα, ανομοιογενή, ή, τέλος, αυτά που ο ντόπιος ξέρει αλλά ξέχασε ότι τα ξέρει, ασήμαντες λεπτομέρειες αλλά και το γενικό πλάνο, με παρθένο μάτι. Αποτύπωσε όσο μπορείς, σε πλάτος και σε βάθος, αυτό που γίνεται μπροστά σου, σύνδεσέ το με κομμάτια και μορφές ζωής που έρχονται από το παρελθόν, αλλά ακόμα υπάρχουν και αντιστέκονται και ένωσέ τα όλα σε μια σύνθεση.
ΤΑΞΊΔΙ. Όταν το πεπερασμένο προσπαθεί να φτάσει το άπειρο και το μερικό να ταυτιστεί με το όλο. Πόσο μπορεί ένας άνθρωπος να ταξιδέψει; Και αν το κυριότερο στο ταξίδι είναι η ευχαρίστηση του να
ταξιδεύεις –κατά τον Γκράμσι «το μέσο είναι το πραγματοποιημένο μέρος τους σκοπού»– κάθε νέα αναχώρηση θα προσθέτει και λιγότερη γνώση. Γιατί, από ένα σημείο και πέρα, οι άνθρωποι είναι ίδιοι και κάτω από ανάλογες, παρόμοιες κοινωνικές συνθήκες παράγουν, διαφορετικά στη μορφή, αλλά ανάλογα σε ουσία –σε περιεχόμενο– έργα.
ΤΟ ΤΑΞΊΔΙ, ωστόσο, μπορεί να γίνει και αγιάτρευτο πάθος. Η συνεχής κίνηση μπορεί να οδηγήσει σε φθορά, φυσική και ψυχολογική. Εκτός από την κίνηση, την πράξη, χρειάζεται η στάση και η απόσταση, το νηφάλιο συμπέρασμα.
ΤΑΞΊΔΙΑ πραγματικά αλλά και ταξίδια μέσα στα ταξίδια άλλων και, κυρίως, μέσα από τα βιβλία, τα οχήματα αυτά που σε ξαναμεταφέρουν παντού, όπου ο άνθρωπος συνέλεξε πείρα, γνώση και συγκινήσεις. Περιπλανήσεις αυτογνωσίας, στον ίδιο τον εαυτό μας και βέβαια στους άλλους. Καταδύσεις. Εξερευνήσεις αληθινές, αλλά και συμβολικές, φανταστικές.
ΤΑΞΊΔΙ. Αλλαγή, επανάσταση. Αλλά και τα κλαδιά ενός δέντρου, που όπου και να φτάσουν, δεν αποκόβονται από τις ρίζες τους.