Είναι όλοι και όλες τους κάτοικοι του Omonoia City. Ούτε χαρακτήρες, ούτε πρόσωπα. Τύποι. Δεκαπέντε συνολικά.
ΜΙΑ ΦΟΡΑ κι έναν καιρό ζούσε ένας άνθρωπος που δεν πέθαινε ποτέ. Ο Χρόνος. Αυτός ο Χρόνος είχε δώδεκα παιδιά.
Ένας κόσμος που αναζητάει το βήμα του και το λόγο ύπαρξής του. Από τετράγωνο σε τετράγωνο κι από τεύχος σε τεύχος. Σε αυτοτελείς συνέχειες.
Ένας κόσμος που αναζητάει το βήμα του και το λόγο ύπαρξής του. Από τετράγωνο σε τετράγωνο κι από τεύχος σε τεύχος. Σε αυτοτελείς συνέχειες.
Ένας κόσμος που αναζητάει το βήμα του και το λόγο ύπαρξής του. Από τετράγωνο σε τετράγωνο κι από τεύχος σε τεύχος. Σε αυτοτελείς συνέχειες.
Σταυροδρόμι. Aφίσες. «...΄Εδωσα εντολή να προχωρήσουν...»Σταυροδρόμι.Πολυσύχναστο.Όχι σήμερα.Μάρτιος. Κυριακή.Ώρα 5. Το απόγευμα.Στέκεται στη μέση
Στην ταράτσα του εγκαταλειμμένου κτιρίου, όπου κάποτε ήταν το Πρωτοδικείο της Αθήνας, γωνία Ομόνοια και Σταδίου. Κομμάτια ουρανού και αραιά σύννεφα, όλων των σχημάτων.Παράσιτα ραδιοφώνου;
Ηταν τόπος για ραντεβού αυτό το μέρος; Όχι, πες μου! Σ’ αυτό το τεράστιο, άχαρο ζαχαροπλαστείο - κι ας το έλεγαν Χαρά που το ήξερε όλος ο κόσμος
Άσπρα τα μαλλάκια μου,μύτη σαν παντζάρικαι στα ποδαράκια μουοι καλικαντζάροι. Ρίχνω στο ταγάρι μουάλλον ένα χρόνο.(Άχ μωρέ Γενάρη μου,φύγε και κρυώνω!)
Ο Νίκος Βεργέτης προσπέρασε το πενταόροφο, ογκώδες κτίριο του σταθμού των ΗΣΑΠ και την πιάτσα των ταξί και από την ακτή Καλιμασιώτη έστριψε αριστερά στην ακτή Κονδύλη.