Μια … “μικρή διατριβή στην εξαπάτηση” έρχεται στα ράφια της βιβλιοθήκης μας, δια χειρός Κωνσταντίνου Τρικουνάκη. Ένα κυνηγητό ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα, την ιστορία και την πραγματικότητα, την αγάπη και το μίσος που, σίγουρα, μας δυσκολεύει να το αφήσουμε από τα χέρια μας, αν δεν φτάσουμε στο τέλος.
Ο Κωνσταντίνος Τρικουνάκης έστησε μια γοητευτική ιστορία έρωτα, παίρνοντας ως αφορμή ένα πραγματικό ιστορικό γεγονός: στο Μπάρι της Ιταλίας, το 900 μ.Χ., οι Ρωμαίοι ξεσκέπασαν ένα κύκλωμα Σαρακηνών κατασκόπων, που στόχος τους ήταν να ρίξουν την αυτοκρατορία. Με έναυσμα ότι η βυζαντινή ιστορία – και γιατί όχι, ακόμη και η συλλογική – δεν έλαβε χώρα ακριβώς όπως γράφτηκε στα επίσημα χαρτιά και βιβλία, τοποθετεί τα δύο κεντρικά πρόσωπα του μυθιστορήματος, μέσα στην ατμόσφαιρα του Βυζαντίου στα τέλη του 800 μ.Χ. Κατασκοπεία και εξαπάτηση έπαιξαν το ρόλο τους στον ρου και των πραγματικών, αλλά και των φανταστικών γεγονότων του έργου. Όμως, σε μια ιστορική περίοδο γεμάτη από τέτοιες μηχανορραφίες, ο έρωτας πάντα κάπου χωράει, ανθίζει, εξελίσσεται, αλλάζει τις αποφάσεις, πληγώνει ή δίνει φτερά.
Η Λάιλα, προερχόμενη από τον αραβικό κόσμο, “αλλόθρησκη” για το Βυζάντιο, ευγενικής καταγωγής, βρίσκεται σε μια αιχμαλωσία να υποφέρει στα χέρια των Ρωμαίων. Όταν ελευθερώνεται, αποφασίζει να ανταποδώσει στην αυτοκρατορία όσα της έκαναν. Και σε εκείνη και στην οικογένειά της. Ο Αλέξανδρος, από την άλλη πλευρά, ελληνικής καταγωγής, κατορθώνει με την ικανότητά του να παρατηρεί και να ερμηνεύει, να αποκτήσει καθήκοντα αστυνόμου στην καρδιά του Βυζαντίου, την Κωνσταντινούπολη. Με επίκεντρο έναν οίκο ανοχής, ο Αλέξανδρος προσπαθεί να λύσει ένα μυστήριο που φαίνεται να προξενεί μεγάλο πρόβλημα στη λειτουργία του κράτους. Πώς η Λάιλα εμπλέκεται σε όλο αυτό; Δυστυχώς, δεν μπορώ να αποκαλύψω άλλα. Θα πρέπει να το ανακαλύψετε εσείς μέσα από τις σελίδες του βιβλίου.
Ο συγγραφέας, μέσα από τις λίγες, αλλά καίριες, εναλλαγές του χρόνου (η αφήγηση καθίσταται γραμμική, εκτός από τα σημεία κάποιων απαραίτητων flashbacks) υφαίνει το παρελθόν όλων των προσώπων, άρρηκτα συνυφασμένο με την ταραγμένη ιστορία της εποχής. Εναλλάσσοντας την οπτική γωνία αφήγησης -ακόμη και στο ίδιο κεφάλαιο – ο συγγραφέας βοηθά ώστε να αναλυθούν καλύτερα οι σκέψεις και τα κίνητρα των προσώπων. Όχι ακριβώς βέβαια, γιατί η “εξαπάτηση” πολλές φορές παρεισφρέει ακόμη και όταν συνδιαλεγόμαστε με τον ίδιο μας τον εαυτό!
Γραφή γρήγορη, περιγραφές καίριες, απαραίτητες ιστορικές αναλύσεις και αναφορές συνθέτουν ένα μυθιστόρημα με ατμόσφαιρα βαριά, από όπου δεν λείπει και το διακριτικό χιούμορ του συγγραφέα για να ελαφρύνει ακόμη και τις πιο δύσκολες σκηνές. Ιστορία και φαντασία μπλέκονται με τέτοιο τρόπο που σχεδόν δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τα όριά τους. Παρασύρεσαι σε μια άλλη εποχή, με άλλους κοινωνικούς και πολιτικούς κανόνες, δεν παύεις όμως να κάνεις τη σύνδεση με το παρόν. Ψέμα και αλήθεια, δίκιο και άδικο προσπαθούν να ισορροπήσουν, αλλά όταν μπαίνεις στον ιστό της αράχνης, πόσο δύσκολο είναι να δραπετεύσεις;