Επιμέλεια: Δημήτρης Φιλελές
Μουσική επένδυση: Νίκος Βρεττός
Α. ΜΑΥΡΗ ΑΓΝΩΜΟΣΥΝΗ
Ακούστε το ποίημα εδώ
Ακούστε κει! Να συκοφαντούν τους πολέμους!
Να τους λένε «σφαγεία» και «μακελειά».
Μα αν ήταν έτσι,
τότε γιατί τα νιάτα του κόσμου
μπαίνουν στη φωτιά τραγουδώντας
και με λουλούδια στο ντουφέκι;
Ε;
Στο Βιετνάμ, λέει, φούρνισαν μωρά.
Συκοφαντία! Αγνοούν ως φαίνεται γεωγραφία.
Δεν ξέρουν πως στους Τροπικούς
τα μωρά γεννιούνται μισοψημένα.
Αγνωμοσύνη… Μαύρη αγνωμοσύνη!
Πιο μαύρη κι απ΄ τη φυλή των Μπουρούμπου
που την άσπρισαν τ΄ «αέρια».
Κι αντίς για ευχαριστώ
μας λένε γενοκτόνους!
Αδικία!
Κανείς, κανείς δε σκέφτηκε
τη μαστιζόμενη τάξη των Βιομηχάνων
που θ΄ αναγκαστούν να ρίξουν την παραγωγή
και θα πετάξουν τόσους εργάτες στο δρόμο.
Αλλά ποιος ποτέ –σ΄ αυτόν τον κόσμο τον άδικο-
συλλογίστηκε τη μοίρα του εργάτη;
Μενέλαος Λουντέμης
Β. Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ ΕΜΕΙΝΕ ΕΞΟΡΙΑ
Ακούστε το ποίημα εδώ
«Απόψε είχαμε πλημμύρα…»
(Από γράμμα τους)
Ακούστε εσείς.
Εσείς που κοιμηθήκατε κι’ απόψε στα ζεστά,
σβήνοντας με μια κίνηση το φως.
Σαν τους θεούς που παίζουν τη «Δημιουργία»:
(«Γεννηθήτω φως» – και εγένετο). Ακούστε με!
Τούτη την άναρθρη νύχτα που σωπαίνουν οι λύκοι –
Γιατί ουρλιάζουν οι άνθρωποι. Ακούστε με.
Εσείς, που κοιμάστε αγκαλιά με τα όνειρα.
Εσείς, που σας φιλά στο στόμα η Ζωή.
Που σας χαϊδεύει με το μετάξι της. Εσείς.
Ακούστε με!
Λίγες μόνο ώρες απ’ τη στεργιά,
Και χίλια χρόνια μακριά απ’ την Οικουμένη.
Παλεύει ένα ολομόναχο νησί,
– πέτρινος αφαλός στο χάος της θάλασσας –
στο ασίγαστο Αιγαίο, που σηκώθηκε ορθό.
Και χύθηκε πάνω στα γκρεμνά του.
Απόψε έφτασε εκεί ο Κατακλυσμός,
Ξεκολλημένος απ’ τις σελίδες της Μυθολογίας.
Κι έσπασε τους μύλους του Νησιού.
Και χόρεψε στην πέτρινη ράχη του
τον πυρρίχιο της λύσσας.
Απόψε βρέχει μαχαίρια η βροχή.
Και σκίζουν τις κοιλιές των τσαντιριών τους.
Ο βοριάς δείχνει ολόϊσα το νησί.
Κραυγή στα πέρατα. Και τα κύματα αδειάζουν τις άγριες δεξαμενές τους
ίσα πάνω του.
Και σκάβουν, σκάβουν, την πλαγιά.
(Κι’ ο κόσμος εγέμισε ρυτίδες…)
Α, τι κυλούν τις νύχτες οι κατεβασιές.
Τι παίρνουν, και τι φέρνουν, και τι κυνηγούν.
Τι μπόγους, τι σοδειές, και τι υπάρχοντα.
Τι αίματα, τι δέματα, και τι φυλαχτά…
Το γράμμα της μανούλας… Που βράχηκε.
Και δε θα διαβάζεται πια
(Κι ήταν τόσο λίγη η ορθογραφία της…)
Κι’ όλα αυτά, γιατί; Μα γιατί;
Γιατί η ματιά τους είναι απλή και φεγγερή.
Γιατί ζεσταίνει τις πληγές του κόσμου.
Γιατί η μιλιά τους είν’ γλυκιά και ταπεινή.
Σαν την «επί του όρους» ομιλία.
Απόψε πάλι δε θα κοιμηθώ.
Απόψε πάλι θα βραχώ με τους βρεγμένους.
Και θα βογγήξω με τους άρρωστους.
Γιατί η ψυχή μου έμεινε εκεί.
Γιατί ο Γολγοθάς που με κάρφωσε
μούδωσε το σταυρό του μαζί μου…
Μενέλαος Λουντέμης
Γ. ΠΡΩΙΝΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙΣ
Ακούστε το ποίημα εδώ
Χτες την αυγή εκτελέσανε την Αλήθεια
ένα εκτελεστικό απόσπασμα από Ψέματα,
αραδιασμένα στη σειρά.
Όπως τα μπουκαλάκια στα φαρμακεία.
Όλα όμως έγιναν άμεμπτα
με άκρα προσοχή και τάξη.
Μία μόνο παραφωνία σημειώθηκε
όταν κάποιος απ΄ το ακροατήριο
ζητούσε (πράματα πρωτάκουστα…)
Να στηθούν, λέει, τα ψέματα στον τοίχο
για να εκτελεστούν απ΄ τις Αλήθειες!
Αν μπορούν να γίνουν τέτοια πράματα.
Μα ένα τέτοιο πράμα
μόνο σ΄ έναν τρελό, έναν θεότρελο κόσμο,
μπορείς να το επιτρέψεις.
Ενώ εμείς –όπως είναι γνωστό-
ζούμε στον «τελειότερον των κόσμων».
Μετά την εκτέλεση
ένας γαντοφορεμένος αξιωματικός
έσκυβε πάνω από κάθε νεκρό
και του μοίραζε από μια χαριστική βολή.
Γιατί – τι ξέρεις τι μπορεί να συμβεί
σ΄ έναν τόσο αληθινό κόσμο;
Μπορεί –κατά λάθος-
Να ντουφεκιστεί και κανένα ψέμα!
Μενέλαος Λουντέμης