Στην παλιά Αθήνα, η υπηρέτρια ήταν µια Οριακή Φιγούρα η οποία πολλές φορές αποτελούσε επίκεντρο των παραφυσικών φαινοµένων που αποκαλούνται «πόλτεργκαϊστ». Και η «λύση» ήταν µία…
Η «υπηρέτρια» είναι κάτι που σήµερα έχει εντελώς διαφορετική νοηµατοδότηση απ’ αυτή που είχε πριν από µερικές δεκαετίες. Ακόµα πιο παλιά, οι υπηρέτριες ήταν µια ολόκληρη κοινωνική τάξη µε τη δική της δυναµική.
Οι εφηµερίδες του 19ου αιώνα αναφέρονταν συχνά στο «ανθρωποµάζωµα» αγοριών και κοριτσιών, φαινόµενο το οποίο έλαβε τεράστιες κοινωνικές διαστάσεις. Τα κορίτσια που προορίζονταν για υπηρέτριες σε αστικές οικογένειες, γίνονταν σύµβολο κινδύνου. Όπως αναφέρει η κοινωνιολόγος Ζιζή Σαλίµπα, η υπηρέτρια «αναστατώνει, συγχέει έννοιες, όπως του βρώµικου µε το καθαρό, του επιθυµητού µε το απωθητικό, της σεξουαλικής συνεύρεσης µε την αποστείρωση, του πνεύµατος και της ψυχής µε την απόλαυση της σάρκας» («Από τους φόβους της πόλης: άµυνα και στρατηγικές επιβίωσης των νεήλυδων στην ελληνική πόλη κατά τον 19ο αιώνα» – Οι Συλλογικοί Φόβοι στην Ιστορία).
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι εφηµερίδες, ενώ αναφέρονταν στο ανθρωποµάζωµα των αγοριών που κατέληγαν λούστροι και προσέλκυαν τη συµπάθεια, το θέµα των υπηρετριών δεν το έθιγαν καθόλου. Ταυτόχρονα στο αστυνοµικό δελτίο των εφηµερίδων καταγράφονταν συνεχώς εξαφανίσεις υπηρετριών, σχολιάζονται κλεψιές υπηρετριών, αυτοκτονίες ή ανεπιθύµητες εγκυµοσύνες. Φυσικά ποτέ δεν έπεφτε άπλετο φως στο υπηρετικό ζήτηµα, για λόγους αστικού καθωσπρεπισµού.
Το 1870 υπήρχαν 2.965 υπηρέτριες στην Αθήνα, αριθµός που αντιστοιχούσε στο 7% του πληθυσµού της πόλης. Στη πλειονότητά τους ήταν κοπέλες 10-20 χρονών κυρίως από Άνδρο, Τήνο, Νάξο και Κέα. Την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα, 400 περίπου κορίτσια εγκατέλειπαν το νησί τους κάθε χρόνο µε προορισµό αστικές οικογένειες της πρωτεύουσας. Η συµβίωση της υπηρέτριας µε την οικογένεια τις περισσότερες φορές δεν ήταν αδιατάρακτη. Τη δέρνουν, την αποκαλούν τεµπέλα, σπάταλη, αµόρφωτη και ραδιούργα, την καταγγέλλουν για κλεψιές στην αστυνοµία.
Το κυριότερο όµως ζήτηµα ήταν η αποπλάνηση της υπηρέτριας, η οποία είχε συχνά ως αποτέλεσµα βρεφοκτονίες, αυτοκτονίες, ανεπιθύµητες εγκυµοσύνες και κατέληγε συνήθως στην εκδίωξη της από το σπίτι και την κατάληξή της στην πορνεία. Ο Ιωάννης Κονδυλάκης στο “Οι Άθλιοι των Αθηνών” (1894) περιγράφει τη µαρτυρική ζωή της υπηρέτριας Μαριώρας, κατατρεγµένης και αποπλανηµένης, που καταλήγει σε οίκο ανοχής. Για την αστυνοµία τα όρια ανάµεσα στην υπηρέτρια και την πόρνη είναι τόσο ασαφή ώστε το πέρασµα από το ένα στο άλλο να γίνεται µε εξαιρετικά µεγάλη ευκολία. Αλλά ακόµα και οι φεµινίστριες της εποχής, θεωρούσαν τις υπηρέτριες ως «ελεεινά και τρισάθλια όντα, χαµερπή, τεµπέλικα και ανήθικα. Χαρακτηρίζονται από οκνηρία, πλεονεξία, σπατάλη, σκληρότητα και ασέβεια προς τη θρησκεία, απειλώντας την οικογενειακή γαλήνη µε καταστροφή» (Μαρία Κορασίδου, Οι Άθλιοι των Αθηνών και οι Θεραπευτές τους)
Αυτά τα στοιχεία καθιστούν την υπηρέτρια µια Οριακή Φιγούρα η οποία συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τα φαινόµενα τα οποία συµβατικά ονοµάζουµε «παραφυσικά». Η υπηρέτρια στην Αθήνα εκείνης της εποχής γίνεται η ίδια εκ των πραγµάτων πόλος έλξης ή γεννήτρια Οριακών Φαινοµένων.
Στη φιγούρα της υπηρέτριας έχουµε ασάφεια ορίων, ανατρεπτικό ρόλο, επικινδυνότητα, και κάτι που είναι ποθητό και βδελυρό ταυτόχρονα. Όπως το χαρακτήρισε η Ζιζή Σαλίµπα, η υπηρέτρια είναι ένας ∆ούρειος Ίππος. Η σηµασία της αυξάνει περισσότερο από το γεγονός ότι είναι πανταχού παρούσα, πλην όµως σχετικά αόρατη: «Aπό τη λογοτεχνία, το θέατρο, την αρχιτεκτονική των αθηναϊκών σπιτιών µε το “δωµάτιο υπηρεσίας”, τις ασπρόµαυρες φωτογραφίες µε τους περιπατητές του “Bασιλικού Kήπου” µέχρι τα αστυνοµικά δελτία των εφηµερίδων, η υπηρέτρια καταλαµβάνει µια ξεχωριστή θέση ανάµεσα στις κυρίαρχες γυναικείες φιγούρες του 19ου αιώνα».
Τα συγκεκριµένα παραφυσικά φαινόµενα που συνδέονται µε την «υπηρέτρια» είναι τα λεγόµενα «πόλτεργκαϊστ». Η λέξη είναι γερµανική και σηµαίνει «θορυβώδες πνεύµα». Περιλαµβάνει όλες εκείνες τις καταστάσεις που σε ένα σπίτι αρχίζουν και εκδηλώνονται παράξενοι, ανεξήγητοι θόρυβοι, µετακινήσεις αντικειµένων, ανεξήγητες ζηµιές κ.α. Η «ορθόδοξη» Παραψυχολογία θεωρεί ότι πρόκειται για τηλεκινητικές εκδηλώσεις µιας υποσυνείδητης διανοητικής διαταραχής, ιδιαίτερα σε έφηβα άτοµα. Και τέτοιες περιπτώσεις πόλτεργκαϊστ είχαµε άφθονες στην παλιά Αθήνα. Ο περίφηµος µελετητής, γιατρός Άγγελος Τανάγρας, ιδρυτής της Εταιρείας Ψυχικών Ερευνών (1924), είχε ερευνήσει πάµπολλα περιστατικά.
Το µοτίβο ήταν τυπικό: χτύποι, µετακινήσεις αντικειµένων και ανεξήγητος πετροβολισµός µε επίκεντρο κάποιο σπίτι. Η εστία των διαταραχών ήταν συνήθως ένα νεαρό άτοµο. Η επέµβαση των εκκλησιαστικών αρχών µέσω αγιασµών όχι µόνο δεν έφερνε αποτέλεσµα, αλλά συνήθως επιδείνωνε την κατάσταση. Κατόπιν «επενέβαινε» ο Άγγελος Τανάγρας δίνοντας την θεραπεία: «να αποµακρυνθεί το “δυναµόλυτον” άτοµον» (που συνηθέστατα ήταν η υπηρέτρια).
Η καταπιεσµένη σεξουαλική ενέργεια φαίνεται να είναι το κλειδί για την εξωτερίκευση του φαινοµένου. Ένας έφηβος, ή µια έφηβη, που βιώνει έντονη σεξουαλική και ψυχολογική µετάβαση, αποτελεί σχεδόν πάντα το ιδανικό διάµεσο.
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960 στην ελληνική κοινωνία υπήρχε ένα πέπλο σιωπής και µυστικότητας για κάθε ζήτηµα που είχε σχέση µε τη σεξουαλική δραστηριότητα. Λίγο αργότερα η κατάσταση θα άλλαζε. Η σεξουαλική απελευθέρωση των νέων και η αµφισβήτηση του επικρατούντα κώδικα ηθικής ήταν µόνο µια πτυχή των πολιτιστικών σεισµών εκείνης της περιόδου. Έχοντας όλα αυτά υπόψη, δεν είναι παράξενο που τα φαινόµενα πόλτεργκαϊστ εµφανίζουν δραµατική ελάττωση µετά τη δεκαετία του 1960. Και η «υπηρέτρια» -µε την παλιά της έννοια- έχει παραµείνει σήµερα ζωντανή µόνο σε παλιές ελληνικές ταινίες (που φυσικά την παρουσιάζουν ως χαζούλα, αφελή, πονηρή, κλέφτρα και σεξουαλικό πειρασµό για τον «κύριο» του σπιτιού και τους αρσενικούς γόνους του).
Discussion about this post