Το Διεθνές Φεστιβάλ Αναλόγιο, ένας από τους σημαντικότερους θεατρικούς θεσμούς, διοργανώνεται για 16η συνεχή χρονιά στην Αθήνα από το Σάββατο 21 έως και την Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2019, με θεματικό άξονα την Μνήμη και με μότο «In memory we trust»
Μια κατεξοχήν παράσταση για τη μνήμη με τον τίτλο “Μητέρα Πατρίδα”, παρουσιάζεται στο φετινό φεστιβάλ με “ενορχηστρωτή” τον ταλαντούχο Χρήστο Τζιούκαλια, έναν άνθρωπο νέο, με φρέσκια και διεισδυτική ματιά.
Εμείς μιλήσαμε μαζί του τόσο για το περιεχόμενο της παράστασης, όσο και για τους “κώδικες” του αναλόγιου. Αλλά κυρίως αυτό που μας απασχόλησε ήταν φυσικά ένα: η ίδια η μνήμη!
1. Ποιες είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει ένας σκηνοθέτης όταν πιάνει στα χέρια του ένα καινούργιο έργο;
Όταν παίρνεις την ευθύνη να παρουσιάσεις ένα κείμενο που για πρώτη φορά έχει απέναντι του κοινό, πρέπει να προσέξεις πολλά πράγματα. Είναι σημαντικό, στην πρώτη του αναμέτρηση με το κοινό, να αφήσεις το ίδιο το κείμενο να αποκαλύψει τον εαυτό του.
Δεν χρειάζονται πολλές σκηνοθετικές παρεμβάσεις, παρά μόνο εκείνες που υποδεικνύει ο συγγραφέας, κι εσύ επικεντρώνεσαι στο να ανακαλύψεις το πνεύμα και τον στόχο αυτών των υποδείξεων. Δεν χρειάζονται ακραίοι μοντερνισμοί, ή εντυπωσιακά ευρήματα, χρειάζεται μια προσήλωση θρησκευτική στον λόγο και τον κόσμο του ίδιου του συγγραφέα.
2. Τι σας συγκίνησε στο έργο «Μητέρα Πατρίδα»;
Στο έργο, είναι κυρίαρχη η ανάγκη ενός νέου ανθρώπου να βρει την διαδρομή του, να αποκτήσει μια ακέραιη ατομική ταυτότητα. Αυτός είναι ο βαθύς πυρήνας του κειμένου κι αυτό είναι εκείνο το στοιχείο που με γοήτευσε σε αυτό. Μέσα από τον Εγγονό, σκιαγραφείται η εικόνα του σύγχρονου νεαρού άνδρα, ο οποίος καλείται να ανδρωθεί, να ανεξαρτητοποιηθεί και να αρχίσει να χαράσσει την προσωπική του διαδρομή μέσα στον κόσμο και μέσα στην Ιστορία.
Η μνήμη οδηγεί στις ρίζες και στις απαρχές. Η διαδικασία της ανά-μνησης, της ανασύστασης της μνήμης, είναι ο πιο προσωπικός και πιο βαθύς δρόμος για την αυτογνωσία. Είναι απελευθερωτικό να θυμάσαι, ακόμη και τα πιο μεγάλα τραύματα.
3. Φέτος, το Φεστιβάλ Αναλόγιο έχει ως κεντρικό άξονα τη μνήμη. Πόσο σχέση έχει η «Μητέρα Πατρίδα» με τη μνήμη;
Ο Θοδωρής Τσαπακίδης, καταφέρνει να μιλήσει για τους προσωπικούς καθημερινούς αγώνες των χαρακτήρων του, αναστηλώνοντας μια ολόκληρη εποχή, μέσα από τα απομνημονεύματα του Παππού.
Από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο έως και τον Εμφύλιο, φέρνει από γραφής στην σκηνή, ιστορικά στοιχεία, που μεταφέρουν τον θεατή σε εκείνα τα ταραγμένα χρόνια, το οποία έχουν αφήσει ακόμη έντονο το αποτύπωμα τους στην σύγχρονη ελληνική κοινωνία.
Στο έργο, παρακολουθούμε την προσπαθεί του Παππού να ανασυνθέσει τις ιστορικές μνήμες εκείνης της εποχής μέσα από τις προσωπικές του αναμνήσεις, τα ίδια βιώματα και να έρθει αντιμέτωπος με αυτά.
4. Πόσο σημαντική είναι η μνήμη στη ζωή μας; Και το παρελθόν;
Η μνήμη οδηγεί στις ρίζες και στις απαρχές. Η διαδικασία της ανά-μνησης, της ανασύστασης της μνήμης, είναι ο πιο προσωπικός και πιο βαθύς δρόμος για την αυτογνωσία. Είναι απελευθερωτικό να θυμάσαι, ακόμη και τα πιο μεγάλα τραύματα.
Η μνήμη είναι το ένσημο της ζωής, είναι η προσωπική σου ταυτότητα, ό,τι σε ορίζει ως άνθρωπο και είναι αυτό που δίνει χρώμα στις μετέπειτα κινήσεις κι αποφάσεις σου. Πολύ συχνά η μνήμη δίνει σε εμένα το δραματουργικό υλικό για να αφηγηθώ μια ιστορία.
Όσο προσωπική κι αν είναι μια μνήμη δίνει το στίγμα της αφήγησης ενός ολόκληρου κόσμου, κι όταν αυτό γίνεται βαθιά και ειλικρινά τότε η προσωπική αφήγηση σπάει την αυτοαναφορικότητά της και γίνεται Ιστορία – μια προσπάθεια, δηλαδή, αναδόμησης και ερμηνείας του παρελθόντος, που οδηγεί στην κατανόηση και την ερμηνεία του παρόντος.
5. Σκηνοθετικά, που δώσατε βάρος;
Προσπάθησα με μεγάλη προσήλωση να επικεντρωθώ στην παραγωγική αναμέτρηση του Παππού (Κώστα Γαλανάκη) και του Εγγονού (Μιχάλη Ψαλίδα), αυτό που αποτελεί δηλαδή και τον δραματικό πυρήνα του κειμένου. Μέσα από την αλληλοκριτική στάση των χαρακτήρων, εντέλει αποτυπώνεται μια ιδιόρρυθμη σχέση αγάπης μεταξύ των δυο.
Ο Παππούς, βάζοντας τον Εγγονό να λειτουργήσει ως γραμματέας του, στην ανάγκη του να συγγράψει τα απομνημονεύματα του, δίνει στον Εγγονό ένα υλικό και ένα μοντέλο ζωής, το οποίο,είτε μπορεί να απορρίψει είτε να ενστερνιστεί – είτε και τα δυο. Επικεντρωθήκαμε δηλαδή, περισσότερο στην ανάγκη του νεαρού να βρει μια δική του ταυτότητα.
Ένα θεατρικό αναλόγιο, είναι μια δραματοποιημένη ανάγνωση ενός κειμένου, σε πρώτο στάδιο. Κανείς μπορεί να δει ένα πρώτο σκίτσο, αυτού που δυνητικά θα αποτελέσει το υλικό κατασκευής μιας παράστασης.
6. Το έργο πραγματεύεται τη σχέση παππού-εγγονού. Πόσο σημαντική είναι για εσάς αυτή η σχέση;
Νομίζω πως για τους περισσότερους ανθρώπους οι πρόγονοι, είναι μάρτυρες και πηγές της προσωπικής του ιστορίας. Ανακαλώντας ή ακόμη και ανακαλύπτοντας κομμάτια τις ζωής των προγόνων μας, επαναπροσδιορίζουμε πολλές φορές τον εαυτό μας και το υλικό από το οποίο εκείνος συντελείται.
Είμαι από εκείνους που δεν έζησαν για μεγάλο διάστημα τους παππούδες τους, οπότε τους ανασυνθέτω με την μνήμη κι αυτό είναι μια διαδικασία η οποία τους προσθέτει διαστάσεις σχεδόν μυθικές.
Αρκετά συχνά επαναφέρω περιστατικά και καταστάσεις που θυμάμαι αμυδρά μέσα από το παραπέτασμα της παιδικής ηλικίας, και είναι εκείνες οι αναμνήσεις που μου θυμίζουν το ποιος είμαι και το ποιοι άνθρωποι είχαν κάποτε το ίδιο όνομα με μένα, οι αγαπούσαν κι εκείνοι τους ανθρώπους που κι εγώ ο ίδιος αγαπώ. Όλα αυτά είναι τα κομμάτια της προσωπικής μου μυθολογίας.
7. Για έναν άνθρωπο που δεν έχει παρακολουθήσει αναλόγιο, μπορείτε να περιγράψετε τα «στοιχεία» του ή/και τον τρόπο παρουσίασής του;
Ένα θεατρικό αναλόγιο, είναι μια δραματοποιημένη ανάγνωση ενός κειμένου, σε πρώτο στάδιο. Κανείς μπορεί να δει ένα πρώτο σκίτσο, αυτού που δυνητικά θα αποτελέσει το υλικό κατασκευής μιας παράστασης.
Επί της ουσίας θα μπορούσαμε να πούμε για μια προσεγμένη αποτύπωση της εντύπωσης που προκαλεί ένα έργο, αλλά και για μια ευκαιρία για το κοινό να δει ένα από τα πρώτα στάδια της δουλειάς την οποία κάνουμε μέσα σε μια πρόβα, όταν ακόμη εξερευνούμε τις δυνατότητες των κεντρικών θεμάτων ενός κειμένου.
Nομίζω πως είναι πολύ νωρίς για μένα να χωρέσω τη σχέση μου με το θέατρο σε τρεις λέξεις. Ακόμη “ανησυχώ”.
8. Υπάρχει αυτό που λέμε χάσμα γενεών;
Δεν θα μπορούσε να μην υπάρχει. Είμαστε όλοι συμπτώματα της εποχής στην οποία γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε, διαθέτουμε στον πυρήνα μας τις τάσεις της εποχής στην οποία γαλουχηθήκαμε κι όσο προχωρά και εξελίσσεται η ζωή μας, προσπαθούμε να αφομοιώσουμε ότι καταλαβαίνουμε από τον κόσμο που μας περιβάλλει. Με αυτό το συλλογισμό, εμείς που είμαστε τώρα στα τριάντα μας, έχουμε άλλα βιώματα με τους ανθρώπους που βρίσκονται στα εβδομήντα τους, κι αυτό είναι απολύτως λογικό.
Ακόμη κι αν συγκρούονται τα πιστεύω μας, ακόμη κι αν οι συνθήκες στις οποίες μεγαλώσαμε είναι διαφορετικές, όταν κάτσουμε μαζί, στο ίδιο τραπέζι, έχουμε πολλά πράγματα να κερδίσουμε ο ένας από τον άλλον – πολλά περισσότερα από το εμμένει ο καθείς στο χάσμα που μας χωρίζει. Επίσης, τα χάσματα δεν χρειάζεται να είναι πάντα τόσο μεγάλα, μπορείς να τα εντοπίσεις και σε μικρότερες ηλικιακές διαφορές, κι ίσως σε αυτήν την περίπτωση το χάσμα να είναι και αποκαρδιωτικό.
Ωστόσο, αυτό που μπορεί να μας κάνει πολυτιμότερους συνεχιστές του ανθρώπινου είδους, είναι να αφήσουμε στην άκρη τις πανοπλίες και τις παρωπίδες μας, να κάτσουμε στο ίδιο τραπέζι και να επί-κοινωνήσουμε.
9. Τι είναι το θέατρο για εσάς με 3 λέξεις;
Νομίζω πως είναι πολύ νωρίς για μένα να χωρέσω τη σχέση μου με το θέατρο σε τρεις λέξεις. Ακόμη “ανησυχώ”.
10. Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;
‘Ήδη επεξεργάζομαι ένα κείμενο το οποίο προορίζεται για την επόμενη σεζόν, αλλά είναι αρκετά νωρίς για να πούμε οτιδήποτε για αυτό.
Είναι όμως ένα κείμενο το οποίο αγαπώ πάρα πολύ και είμαι τυχερός που θα έχω δίπλα μου συνεργάτες οι οποίοι μοιράζονται την ίδια λαχτάρα με μένα και έχουν κι αυτοί την ανάγκη της ανασύνθεσης ενός ιδιαίτερου κόσμου.
*O Xρήστος Τζιούκαλιας γεννήθηκε στην Αθήνα. Αριστούχος της κατεύθυνσης Σκηνοθεσίας του Τμήματος Θεάτρου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στο θέατρο έχει εργαστεί ως βοηθός σκηνοθέτη δίπλα στους Ρούλα Πατεράκη, Δημήτρη Λιγνάδη, Δαμιανό Κωνσταντινίδη, Γλυκερία Καλαϊτζή κ.ά., ενώ από το 2014 εργάζεται ως υπεύθυνος σκηνής στο Εθνικό Θέατρο. Έχει υπάρξει Curator στο «Διεθνές Εργαστήριο Αρχαίου Δράματος του Εθνικού Θεάτρου», με διδάσκοντες τη Λυδία Κονιόρδου και το Μιχαήλ Μαρμαρινό.
Έχει σκηνοθετήσει τα έργα: Sarah Kane, Καθαροί πια «Θέατρο Κλειώ», , Pedro Calderon de la Barka, Η ζωή είναι όνειρο, Θέατρο ΑΣΚΤ, ενώ έχει αναλάβει την σκηνοθετική επιμέλεια στην Ραψωδία λ’ της Οδύσσειας (Νέκυια) με την Ρούλα Πατεράκη και τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας Φεβρουάριος 2019. Τον Οκτώβριο του 2018, μαζί με την στενή συνεργάτη του και δραματολόγο, Τζίνα Κανελλοπούλου, ίδρυσαν την «Ομάδα Θεατρικής Έρευνας», καρπός της οποίας είναι το Λαχταρώ, της Sarah Kane που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Θέατρο Ροές, τον Ιούνιο του 2019.