Η Αντιγόνη Σταυροπούλου γεννήθηκε το 1991. Έζησε και μεγάλωσε στον Πειραιά και αργότερα στην Κύπρο, μέχρι τα δεκαοκτώ της χρόνια. Είναι απόφοιτος του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Κρήτης στο Ρέθυμνο και της Ανώτερης Δραματικής Σχολής Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν. Παρακολουθεί σεμινάρια συγγραφής, ενώ έχει υπάρξει μέλος του διετούς Studio συγγραφής θεατρικού έργου του Εθνικού Θεάτρου. Τα τελευταία χρόνια, εργάζεται στον χώρο του θεάτρου ως ηθοποιός και συγγραφέας, ενώ παράλληλα διδάσκει σε Δημοτικά Σχολεία, Νηπιαγωγεία και Παιδικούς Σταθμούς θεατρικό παιχνίδι και συντονίζει θεατρικές ομάδες και εργαστήρια παιδιών, εφήβων και ενηλίκων. Είναι ιδρυτικό μέλος της εταιρίας παραγωγής καλλιτεχνικών εκδηλώσεων “DUENDE ART GANG”.
Εμείς μιλήσαμε μαζί της με αφορμή την πολυσυζητημένη παράσταση “Κούκλες”, σε σκηνοθεσία Νικόλα Ανδρουλάκη, που ανεβαίνει στο Φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Μια παράσταση που έχει εγείρει σχόλια και επικρίσεις, αλλά κανείς δεν μιλάει για την ουσία της και το μήνυμά της. Ευτυχώς η Αντιγόνη είναι εδώ και μας εξηγεί γιατί οι “Κούκλες” ή μάλλον “Το κουκλόσπιτο” – πάνω στο οποίο βασίζεται η παράσταση- είναι ακόμη ένα έργο σημαντικό και επίκαιρο.

-
Συγγραφέας και Ηθοποιός με ήδη αρκετές δουλειές στο ενεργητικό σας. Από πότε εργάζεστε στο χώρο του θεάτρου;
Το θέατρο υπήρχε στη ζωή μου από τα χρόνια του σχολείου στον Πειραιά και στην Κύπρο. Αργότερα, με ακολούθησε στις σπουδές μου στην Κρήτη και ύστερα στην Αθήνα, όπου έγινε η καθημερινότητά μου. Τα τελευταία δύο χρόνια, με την Ντουέντε, υπάρχω στον χώρο με τρόπο που προσεγγίζει κατά πολύ τα όνειρά μου στο θέατρο. Προσπαθούμε να έχουμε την μεγαλύτερη δυνατή ελευθερία δημιουργίας και έκφρασης, δίχως τετραγωνισμένους όρους. Με κεντρική πυξίδα το «Ντουέντε» του Λόρκα και με συνοδοιπόρους μονάχα ανθρώπους με κοινό όραμα και τυφλή εμπιστοσύνη στο μαζί.
-
Ποια είναι η πρώτη παράσταση που συμμετείχατε επαγγελματικά;
Το “Art Volution ή Γιατί η Τέχνη είναι Επανάσταση” στο Θέατρο Τέχνης, σε σκηνοθεσία Κωστή Καπελώνη, παρόλο που ήμουν ακόμα μαθήτρια στη σχολή, είναι η παράσταση που πάντα θα θυμάμαι ως πρώτη επαγγελματική μου.
-
«Κούκλες» στο φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, παράσταση βασισμένη στο «Κουκλόσπιτο» του Ίψεν. Ποια είναι η ανάγνωση του σκηνοθέτη σε αυτό το ανέβασμα;
O Ερρίκος Ίψεν μετατρέπει σε θεατρικό έργο την αληθινή ιστορία μιας γυναίκας χειραγωγούμενης, της Λώρας, αλλάζοντας συνθήκες και ονόματα στους ήρωες. Ο Νικόλας Ανδρουλάκης βαφτίζει «Κουκλόσπιτο» το Φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά και προσπαθεί να προσδώσει στη Νόρα άπειρα νέα ονόματα, μέχρι να επιλέξει εκείνη το δικό της, μέχρι να επιστρέψει στις ρίζες της και να δημιουργήσει την ταυτότητα που αναζητά και την συνθήκη σεβασμού που αρμόζει σε εκείνην τη Νόρα και σε κάθε επόμενη ανώνυμη γυναίκα. Μέχρι να χειραφετηθεί και να μας δείξει τον δρόμο.
Στην παράστασή μας, η λειτουργία του συγγραφέα του έργου μεγεθύνεται τόσο που μοιάζει να αντιστρέφεται, ώσπου να συναντήσει η ιστορία την πραγματικότητά μας.

-
Γιατί ο Ίψεν και ειδικά το «Κουκλόσπιτο» αποτελούν σταθμό στην παγκόσμια δραματουργία;
Ο Ίψεν στο Κουκλόσπιτο γράφει για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, σε έναν κόσμο ανδροκρατούμενο, σε μια εποχή εντελώς ανέτοιμη για μια γυναίκα σαν τη Νόρα.
Το έργο γράφτηκε το 1879 και προκάλεσε ισχυρές μετατοπίσεις και σκληρές αντιδράσεις, καθώς μία γυναίκα που είχε μάθει να ζει σαν κούκλα, αποφάσισε να φύγει από το σπίτι της, να εγκαταλείψει τον άντρα της και τα παιδιά της, να απομακρυνθεί από την ασφάλεια της καθώς πρέπει ζωής, με σκοπό να ανακαλύψει τα καταπιεσμένα ανθρώπινα χαρακτηριστικά της.
Είναι από τις πρώτες φιγούρες χειραφετημένης γυναίκας του θεάτρου. Σήμερα, εκατόν σαράντα χρόνια μετά, στους ήρωες του έργου και στις λέξεις τους, μπορούμε να διακρίνουμε ακόμα πλευρές της κοινωνίας μας, των γύρω μας και του ίδιου του εαυτού μας.
-
Μιλήστε μας για το δικό σας ρόλο στις «Κούκλες».
Ο ρόλος μου αρθρώνεται γύρω από την Λώρα, μία γυναίκα διάφανη 222 ετών, που αντιμετωπίζεται ως ένα alter ego της ιψενικής Νόρας. Είναι μία Κούκλα με κομμένα φτερά που δεν πρόλαβε ποτέ της να πετάξει. Ζητιανεύει την αγάπη σε ένα κουκλίστικο σπίτι με πολλά κλειστά παράθυρα. Πεθαίνει πολλές φορές. Από ατύχημα, από ασφυξία, από πνιγμό, από πείνα, από δίψα κι από πτώση. Συνήθως πεθαίνει από καρδιά. Φέτος σταυρώνεται. Και φέτος φεύγει. Πετώντας.
Η συνθήκη του «αντικειμενικού» ρεαλισμού διασαλεύεται και εν τέλει καταργείται, αγγίζοντας τα όρια της εικαστικής performance, μίας πλευράς της τέχνης που πυροδοτεί μέσα μου την ανάγκη να μάθω περισσότερα, να ανακαλύψω αυτόν τον κόσμο και να υπάρξω κάπως καλλιτεχνικά μέσα του.
-
Ποιο είναι το πιο συγκινητικό σχόλιο που ακούσατε για την παράσταση αυτή; (εφόσον είχε ανέβει και πέρσι)
«Τουλάχιστον πέθανε ελεύθερη.»
-
Δεν ήταν στο πρόγραμμα να ρωτήσω, αλλά όσο προετοίμαζα τη συνέντευξή μας, άκουσα στο ραδιόφωνο σχόλιο για τη συμμετοχή της περσινής νικήτριας του GNTM. Τι θα απαντούσατε σε όλες αυτές επικρίσεις;
Στις Κούκλες, προσπαθούμε να συνδημιουργήσουμε κάτι πολλοί άνθρωποι. Ο Νικόλας Ανδρουλάκης, ο Γιάννης Αξιώτης, η Άννα-Μαρία Βέλλη, ο Μιχάλης Δημητρίου, η Ναταλία Δήμου, η Άλκηστις Ζιρώ, η Ελένη Καββαδά, η Ειρήνη Καζαριάν, η Αγγελική-Ζωή Καραγκούνη, ο Δημήτρης Κωνσταντάρας, η Έμιλυ Νικόλα, η Ράνια Οικονομίδου, η Αναστασία Παντούση, η Χριστίνα-Άρτεμις Παπατριανταφύλλου, ο Κωνσταντίνος Πλατής, η Ελπίδα Ρώτα Τίκωφ, η Δώρα Σαμψώνα, η Βίνα Σέργη, η Κορίννα Τακαρώνη, η Νατάσα Τοπαλτζίκη και εγώ.

Ο καθένας με τον τρόπο του, με όσα θέλει να δώσει και όπως νιώθει καλύτερα. Στην δική μου σκέψη προσπαθώ, όσο μπορώ, οι πρωτεύουσες αξίες να είναι η αγάπη, η αφοσίωση και ο σεβασμός στο τόσο σημαντικό ζήτημα της γυναικείας χειραφέτησης και της ίδιας της ανθρώπινης ύπαρξης στην κοινωνία που ζούμε.
Στη σκηνή, μέσα από τις λέξεις της Νόρας, της Λώρας, της Σαλώμης, της Άλκηστις και της Αντιγόνης, της Σάρα Κέην, της Εβραίας και της Μήδειας, της Αγίας Ιωάννας της Λωραίνης, της Μαρίας Πολυδούρη και της Ιουλιέτας, της Λυσιστράτης και πολλών άλλων ανώνυμων γυναικών και άσημων τις λέξεις, προσπαθούμε να απαντήσουμε, έστω και λειψά, σε όσα μας αφορούν. Και να θέσουμε με τη σειρά μας, τα δικά μας ερωτήματα.
-
Αλήθεια, πιστεύετε ότι ζούμε σε μια κοινωνία όπου ο καθένας σπεύδει να γίνει κριτής;
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης στον «Επίλογο», έγραψε: «…Έστω. Ανάπηρος, δείξε τα χέρια σου. Κρίνε για να κριθείς.» Νομίζω πως όλοι οφείλουμε να κρίνουμε τον κόσμο γύρω μας, δίχως να διεκδικούμε φυσικά το αλάθητο της κριτικής μας – και με την σειρά μας να δεχόμαστε την εξίσου υποκειμενική κριτική των άλλων.
Ποιο είναι το πιο συγκινητικό σχόλιο που ακούσατε για την παράσταση αυτή; (εφόσον είχε ανέβει και πέρσι)
«Τουλάχιστον πέθανε ελεύθερη.»
-
Εσείς θα συμμετείχατε σε παιχνίδι τύπου reality;
Η συμμετοχή σε ένα τηλεοπτικό show με μεγάλη ακροαματικότητα, μπορεί να ανοίξει πόρτες επικοινωνίας με τον κόσμο και να σε ταξιδέψει σε πολλά σπίτια. Μέχρι τώρα, δεν μου έχει προκύψει η ανάγκη να επικοινωνήσω με τόσους πολλούς ανθρώπους με έναν τόσο μαζικό τρόπο. Εάν και εφόσον μου προέκυπτε μια τέτοια ανάγκη, ναι, θα συμμετείχα. Η τέχνη μπορεί να υπάρξει παντού, δεν υπάρχουν στεγανά, ούτε «άβατα».
-
Τι είναι το θέατρο για εσάς;
Έχω ιδιαίτερη σχέση με τις πτήσεις. Κάπως, όταν βρεθώ σε αεροδρόμιο, μεταφέρομαι σε εντελώς άλλη διάσταση. Ο χρόνος περνά αλλιώτικα εκεί μέσα κι εγώ μοιάζω να μικραίνω και να μεγαλώνω σε δευτερόλεπτα και όλα –μα όλα- αλλάζουν μορφή, κάποια μεγεθύνονται τόσο που μπορούν να σε καταπιούν και άλλα σμικρύνονται τόσο που δύσκολα είναι ορατά. Μέχρι τη στιγμή της απογείωσης. Εκεί πια ξέρεις πως, σε όποια θέση και να βρίσκεσαι, ακόμα και σε εκείνην του πιλότου, όλα είναι πιθανά.
Και ο στόχος κοινός για όλους.
Από τον άνθρωπο που σου κρατά το χέρι, ως το παιδί που κλαίει από φόβο και τον άγνωστο παππού που ροχαλίζει πλάι του. Ακόμα και εκείνων που σε άφησαν να φύγεις και των άλλων που σε περιμένουν να επιστρέψεις. Στόχος είναι η προσγείωση στο επόμενο αεροδρόμιο – για να απογειωθείς ξανά. Και ό,τι γίνει. Και αν το αεροπλάνο διαλυθεί κι αν όλα χαθούν, πάντα κάτι θα μείνει. Το θέατρο για εμένα, είναι το μαύρο κουτί του αεροπλάνου.

-
Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;
Με την ομάδα Ich Bebe, θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε τον Νοέμβριο στο θέατρο Faust το παραβολικό παραμύθι του Θανάση Τριαρίδη «Το Περίσσιο Παιδί», μία θεατρική αφήγηση που έχει την πρόθεση να μιλήσει για τα εκατομμύρια των εγκαταλελειμμένων παιδιών της υποσαχάριας Αφρικής και για όλα τα περίσσια παιδιά του κόσμου μας.
Παράλληλα, με την Ντουέντε, προσπαθούμε να ετοιμάσουμε καινούργιες παραστάσεις για τον Χειμώνα και για την Άνοιξη που έρχεται. Από κλασικά έργα με πολυμελείς θιάσους, μέχρι σύγχρονους μονολόγους και δράσεις στους δρόμους της πόλης, ενώ ενδέχεται να παρουσιαστούν σε νέο σχεδίασμα και προηγούμενες παραστάσεις μας. Είμαστε ανοιχτοί σε προτάσεις για συνεργασίες με νέους καλλιτέχνες και δημιουργούς